ΘΕΑΤΡΙΚΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΛΑΜΠΕΝΤΟΥΖΑ ΤΟΥ ΑΝΤΕΡΣ ΛΟΥΣΤΓΚΑΡΤΕΝ

ΘΕΑΤΡΙΚΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΛΑΜΠΕΝΤΟΥΖΑ ΤΟΥ ΑΝΤΕΡΣ ΛΟΥΣΤΓΚΑΡΤΕΝ

ΘΕΑΤΡΙΚΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΛΑΜΠΕΝΤΟΥΖΑ ΤΟΥ ΑΝΤΕΡΣ ΛΟΥΣΤΓΚΑΡΤΕΝ


Κατηγορία: Performance

Ημέρα: Σάββατο 2 Δεκεμβρίου 2017

Ωρα: 17:00 -18:30

Χώρος: Πειραιώς 260, άιθουσα Ε


Το παραδείσιο νησί της Λαμπεντούζα. Εκεί που η βόρεια Αφρική συναντά την Ιταλία. Γραφικά χωριά, ονειρεμένες παραλίες, και παράξενα σκουπίδια που ξεβράζει η θάλασσα. Η οικογένεια του Στέφανου είναι ψαράδες πάππου προς πάππου. Όμως στις αρχές του 21ου αιώνα η ψαριά του είναι πολύ διαφορετική. Δουλειά του είναι τώρα να περισυλλέγει σώματα μεταναστών από τα κρύα νερά της Μεσογείου. Πιο βόρεια, στις σκοτεινές γωνιές της Αγγλίας, η Ντενίζ, μια Κινεζοεγγλέζα εργαζόμενη φοιτήτρια, πηγαίνει πόρτα πόρτα για να μαζέψει δόσεις καταναλωτικών δανείων για λογαριασμό μιας εισπρακτικής εταιρείας. Είναι μιγάδα, είναι διαφορετική και εισπράττει διακρίσεις από εκείνους που θέλουν να την ξεφορτωθούν. Άβολες δουλειές, για ανθρώπους που η φτώχεια, η κρίση, η ανεργία τους έχουν ρίξει στο περιθώριο. Κι όμως υπάρχει ελπίδα και ζεστασιά, που θα τη βρουν εκεί που καθόλου δεν το περιμένουν.

Ο Άντερς Λουστγκάρτεν είναι βραβευμένος βρετανός θεατρικός συγγραφέας. Η Λαμπεντούζα γράφτηκε το 2015 ύστερα από παραγγελία του θεάτρου Σόχο του Λονδίνου.

Συντελεστές της παράστασης

Μετάφραση: Αγγελική Κοκκώνη

Σκηνοθεσία: Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος

Σκηνικά-Κοστούμια: Μαγδαληνή Αυγερινού

Μουσική: Σταύρος Γασπαράτος

Σχεδιασμός φωτισμών: Σάκης Μπιρμπίλης

Βοηθός σκηνοθέτη: Κωνσταντίνος Τζάθας

Φωτογραφίες: Δομνίκη Μητροπούλου

Κεντρική φωτογραφία: Δημοσθένης Γαλλής

Παίζουν οι ηθοποιοί: Αργύρης Ξάφης, Χαρά-Μάτα Γιαννάτου

ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗ

«Οι μετανάστες δε βάζουν σε μια τσάντα τα υπάρχοντά τους, αφήνοντας πίσω παιδιά και οικογένεια, λαδώνοντας και παλεύοντας να χωθούν στις ρόδες ενός τρένου ή πίσω απ’ τα κιβώτια σ’ ένα φορτηγό μαζί με άλλους σαράντα, δεν υποφέρουν τους σκοτωμούς και τους βιασμούς αγαπημένων τους, μόνο και μόνο για να τσεπώσουν επιτέλους αυτό το επίδομα από 67 λίρες και 46 πένες τη βδομάδα από το βρετανικό δημόσιο.»

Αυτά λέει η Ντενίζ σε κάποιο σημείο στη Λαμπεντούζα, κι εγώ θα συμπλήρωνα ότι ο πρόσφυγας δεν θα έβαζε σε κίνδυνο τα παιδιά του, τη γυναίκα του, φορτώνοντάς τους σ’ ένα σαπιοκάραβο για να περάσουν στην Ελλάδα ή στην Ιταλία, αν δεν θεωρούσε ότι κινδυνεύουν έτσι λιγότερο απ’ ό,τι στον πόλεμο στη Συρία ή στο Μάλι σήμερα, στο Λίβανο ή στη Λιβύη χτες.

Σύμφωνα με τη Frontex, oι φετινές αναχωρήσεις σκαφών από την Αίγυπτο στην Ιταλία έχουν ξεπεράσει τις χίλιες. Πριν από τη νέα εκατόμβη στα μέσα του Σεπτέμβρη, ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης είχε καταγράψει 3.212 θανάτους προσφύγων και μεταναστών φέτος στη Μεσόγειο. Ένας μακάβριος απολογισμός, αυξημένος περίπου 15% συγκριτικά με το αντίστοιχο περσινό διάστημα. Παρά τη συνολική μείωση των αφίξεων, η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ εκτιμά πως το 2016 θα είναι η πιο φονική χρονιά στη Μεσόγειο. Γιατί τώρα πια η θάλασσα, η αρχή της ζωής, έχει γίνει για τόσους και τόσους συνώνυμο του θανάτου, τώρα που τα επίγεια σύνορα, και τα δικά μας, έχουν γεμίσει φράχτες, κι οι άνθρωποι, δυστυχώς, δεν είναι σαν τα αποδημητικά πουλιά να περνάνε από πάνω.

Πριν από 19 χρόνια, Οκτώβριο πάλι, ανέβασα εδώ τη Βρομιά του Ρόμπερτ Σνάιντερ, με ήρωα έναν άραβα μετανάστη. Τίποτα δεν βελτιώνεται στην πολιτισμένη Ευρώπη μας, με τα νέα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Αντίθετα, χειροτερεύουν τα πράγματα. Και δεν είναι απλώς στατιστικοί πίνακες, αλλά ανθρώπινες ζωές. Τους βλέπουμε όμως σαν ανθρώπους; Φοβάμαι πως όχι, γι’ αυτό και αντέχουμε τις επαναλαμβανόμενες ειδήσεις με τα διαμελισμένα ή τα ξεβρασμένα κορμιά. Που λίγο λίγο περνάνε στις σύντομες αναφορές, στις μέσα σελίδες, στα μονόστηλα.

Το θέατρο έχει άλλο θεό: ανέκαθεν αφηγείται ανθρώπινες ιστορίες, εδώ το προσφυγικό ξεκολλάει από την αφηρημένη πολιτική διάσταση για να πάρει σάρκα και οστά, ανάσα, ήχο και ζεστασιά. Υπάρχει μια πραγματικότητα στους πρόσφυγες, ίδια με τη δική μας πραγματικότητα: έχουν κι αυτοί πρόσωπα, ονόματα, αγαπάνε, πονάνε, ερωτεύονται, παίζουν, μιλάνε από το κινητό με τη μάνα τους στην άλλη άκρη του κόσμου. Προσπαθούν να κρατήσουν αξιοπρέπεια, έχουν όνειρα, έχουν φόβους, έχουν, έχουμε…

Γι’ αυτό επανέρχομαι σε τέτοιες αφηγήσεις, από τον Κοινό Λόγο μέχρι τη Λαμπεντούζα, γιατί είναι πολλοί, είμαστε πολλοί εκείνοι που καλωσορίζουμε τους πρόσφυγες, κι όπως λέει ο Στέφανο στο τέλος του έργου, οι άνθρωποι αυτοί μας δίνουν ελπίδα. Από αισιοδοξία κάνω θέατρο.

Στις λίγες σελίδες του προγράμματος της παράστασης, αντί για πολιτικά ή θεωρητικά κείμενα, που περνούν τόσο συχνά μπροστά απ’ τα μάτια μας, επιλέξαμε να δούμε τον πρόσφυγα και τον μετανάστη με τον τρόπο της ποίησης του 20ού και του 21ου αιώνα.

ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ